Αυλαία, ασύστατοι! Αιμορραγούν ως και οι πέτρες, σ’ αυτόν τον άνυδρο καιρό! ΑΥΛΑΙΑ (Γ. Μπλάνας, Στασιωτικό 53o)

23/4/09

Ένας ανόητος Δράκος

Δράκος σε μεταξωτό ένδυμα μανδαρίνων της περιόδου (1796-1820) επί δυναστείας Qing
.
Σήμερα είναι μια αποφράδα μέρα για τους Δράκους. Γιορτάζεται ο Άγιος Γεώργιος ο οποίος όπως είναι γνωστό εξόντωσε έναν δράκο τρομερό. Χρόνια πολλά κατ΄ αρχήν στους Γιώργηδες οι οποίοι, όπως είναι επίσης γνωστό, εκτός από το να σκοτώνουν Δράκους έχουν και το χάρισμα του Μίδα.

Ο Γιώργος της οικογένειάς μας ασχολούμενος με τα τερατάκια, έψαξε πολύ την υπόθεση «Δράκοι» και μεταξύ άλλων σημειώνει για τα πλάσματα αυτά: «Όπου γης και Δράκος. Κάποτε ήταν περισσότεροι κι απ’ τα κουνούπια. Από την Ιαπωνία μέχρι την Αμερική, κι απ’ την Αλάσκα μέχρι την άκρη της Αφρικής, οι Δράκοι βασίλευαν, και μόνο οι πολύ γενναίοι άνθρωποι μπορούσαν να τους υποτάξουν ή να τους σκοτώσουν. Σήμερα έχουν μείνει πολύ λίγοι, απάνω στις σφραγίδες των βασιλιάδων της Ευρώπης…. Πρώτοι έρχονται οι Δράκοι της Ανατολής, που είναι παλιότεροι και πιο περίεργοι. Ο Κινεζικός Δράκος, που τον λένε Λονγκ, είναι σαν πολύ μακρύ φίδι με λέπια, αλλά έχει κομμάτια κι από άλλα ζώα: ένα ή δύο κέρατα, δόντια σουβλερά, κεφάλι λιονταριού, ουρά βοδιού... τέτοια. Σχεδόν πάντα δεν έχει φτερά. Κανονίζει τον καιρό και οι Κινέζοι τον έχουν για σημάδι δύναμης….»

Έτσι με αφορμή αυτή ακριβώς τη διαπίστωση του εορτάζοντα ψάξαμε και βρήκαμε ένα παραμύθι για τα πλάσματα που αποτελούν αιώνες ολόκληρους το σύμβολο της Κίνας. Ένα παραμύθι που θεωρείται ως διήγηση του Βούδα και που μα την αλήθεια έχει πολλές μεταφορές για τους σύγχρονους Δράκους. Αυτούς που έχουν την εντύπωση ότι υποκύπτουμε. Επειδή απλά είναι βλάκες.

Τα πολύ παλιά χρόνια, ένας δράκος που ζούσε στη μεγάλη θάλασσα παρατήρησε ότι η γυναίκα του δεν ήταν καλά. Βλέποντας το χρώμα να φεύγει σιγά σιγά από το πρόσωπό της, της είπε:
- Αγαπημένη μου, τι θέλεις να σου φέρω να φας;
Η δράκαινα όμως τον κοίταζε σιωπηλή.
- Πες μου εσύ τι θέλεις και θα το ΄χεις, την παρακαλούσε ο στοργικός σύζυγος.
- Αφού δεν μπορείς να το κάνεις γιατί να το συζητάμε; του απάντησε εκείνη.
- Εμπιστεύσου με, και θα ΄χεις ό,τι λαχταράει η καρδιά σου, επέμενε ο δράκος.
- Λοιπόν, θέλω να φάω την καρδιά ενός πιθήκου, απάντησε η δράκαινα.
- Μα πώς κυρά δράκαινα θα γίνει αυτό; Οι πίθηκοι ζουν στα δάση πάνω στα βουνά. Πώς θα μπορέσω να πάρω μια από τις καρδιές τους;.
-Δηλαδή θέλεις να πεθάνω. Το ξέρω ότι αυτό θα γίνει.

Τότε ο δράκος έτρεξε γρήγορα γρήγορα στη στεριά κι άρχισε να κατασκοπεύει έναν πίθηκο που καθόταν στην κορφή ενός δέντρου. Κάποια στιγμή του λέει:
-Καλά δεν φοβάσαι μην πέσεις από κει πάνω όταν βρέχει και ρίχνει καρεκλοπόδαρα;
- Μπα, λέει ο πίθηκος, δεν φοβάμαι.
- Και τι τρως εκεί πάνω σκαρφαλωμένος; Κοντά στη θάλασσα μπορείς να βρεις ολόκληρα δάση με φρούτα και λουλούδια.
- Ναι αλλά πώς θα τα βρω; Τον ρώτησε το πιθήκι.
- Ανέβα στην πλάτη μου, είπε ο δράκος

Ο δράκος φορτωμένος με το ελαφρύ φορτίο στην πλάτη έφτασε στη θάλασσα και ξαφνικά βούτηξε μέσα.
-Πού πας; είπε ο πίθηκος που είχε μουσκευτεί και το αλμυρό νερό είχε μπει ήδη στα μάτια και στο στόμα του.
- Ω αγαπητέ μου κύριε! Η γυναίκα μου είναι πολλή άρρωστη και έχει ανάγκη από την καρδιά σου για να γιατρευτεί.
- Πω πω τι θα κάνω; σκέφτηκε το πιθήκι και συνέχισε «λαμπρέ μου φίλε, γιατί δεν μου το έλεγες νωρίτερα; Άφησα την καρδιά μου επάνω στην κορφή του δέντρου. Πήγαινε με γρήγορα πίσω να την πάρουμε και να τη φέρουμε στην κυρία δράκαινα».

Ο δράκος πανικοβλήθηκε από την αποκάλυψη, βγήκε γρήγορα στην στεριά και τρέχοντας έφτασε στο δέντρο. Ο πίθηκος όμως αργούσε να κατέβει και ανυπομονώντας του φώναξε:
- Βιάσου φίλε μου, δεν έχουμε χρόνο.
.
Τότε ο πίθηκος σκέφτηκε: «Μα τι βλάκας που είναι αυτός ο δράκος».

Και στο σημείο αυτό ο Βούδας στράφηκε στους πιστούς του λέγοντας: «Εκείνη τη στιγμή ήμουν ο πίθηκος».

Πηγή: E. T. C. Werner, Myths and Legends of China (London: G. Harrap and Company, 1922), pp. 211-212. [online]
Απόδοση α.μ.
.